Οριακή αύξηση της τάξης του 1,1% με βάση την εταιρεία αναλύσεων IRI κατέγραψαν, σε αξία, οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ το πρώτο εξάμηνο του έτους. Σε απόλυτα νούμερα αυτό μεταφράζεται σε αύξηση κατά 66 εκατομμύρια ευρώ του τζίρου που έφτασε τα 4,147 δισεκ. ευρώ. Ωστόσο, σε όγκο οι πωλήσεις υποχώρησαν κατά 2,2%.
Yπενθυμίζεται ότι, με βάση την ΕΛΣΤΑΤ, πτώση 4,2% σημείωσε ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο της χώρας τον Μάιο εφέτος, καθώς καταγράφηκε μείωση στην πλειονότητα των επιμέρους καταστημάτων.
Ειδικότερα, οι πωλήσεις μειώθηκαν σε: Ένδυση- υπόδηση (17,9%), Τρόφιμα- ποτά- καπνό (10%), Μεγάλα καταστήματα τροφίμων (7,6%), Καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (6,8%) και Βιβλία- χαρτικά- λοιπά είδη (1,1%). Στον αντίποδα, ο τζίρος αυξήθηκε σε: Έπιπλα- ηλεκτρικά είδη- οικιακό εξοπλισμό (8,3%), Πολυκαταστήματα (5%) και Φαρμακευτικά- καλλυντικά (2,8%).
Όπως ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, ο γενικός δείκτης όγκου (κύκλος εργασιών σε σταθερές τιμές) παρουσίασε μείωση 4,2% τον Μάιο 2022 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαΐου 2021, ενώ σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022 σημείωσε μείωση 11%. Ο εποχικά διορθωμένος γενικός δείκτης παρουσίασε μείωση 4,9% τον Μάιο 2022 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022.
Ο γενικός δείκτης κύκλου εργασιών (κύκλος εργασιών σε τρέχουσες τιμές) παρουσίασε αύξηση 5,1% τον Μάιο 2022 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαΐου 2021, ενώ σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022 σημείωσε μείωση 10,3%. Ο εποχικά διορθωμένος γενικός δείκτης παρουσίασε μείωση 3,7% τον Μάιο 2022 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022.
Οι ανατιμήσεις
Με βάση τα στοιχεία της IRI, οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα ακολούθησαν τον γενικό δείκτη, δηλαδή κινήθηκαν με +3,4%. Σχεδόν διπλάσια ήταν το ποσοστό των ανατιμήσεων στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας (+6%) και στο +4,9% η μεσοσταθμική αύξηση τιμών στα προϊόντα για το σπίτι. Οι μεγαλύτερες ανατιμήσεις καταγράφηκαν στις υποκατηγορίες: γαλακτοκομικά (+6,2%), προϊόντα υγιεινής (+9%), προϊόντα καθαρισμού για το σπίτι (+5,4%) και προϊόντα μαγειρικής (+9%).
Βέβαια με βάση την έρευνα της IRI εκεί που καταγράφηκαν οι μεγαλύτερες αυξήσεις υπήρξε και πλήγμα στους όγκους πωλήσεων. Έτσι, οι μεγαλύτερες απώλειες σε επίπεδο όγκο καταγράφηκαν στα προϊόντα σπιτιού -7,1%, στα προϊόντα προσωπικής φροντίδας -5,4% ενώ κατά 1,5% υποχώρησαν οι πωλήσεις της κατηγορίας τρόφιμα. Στις επιμέρους κατηγορίες των τριών μεγάλων κατηγοριών, οι πωλήσεις των γαλακτοκομικών προϊόντων υποχώρησαν σε όγκο κατά 5,6%, -5,5% των κατεψυγμένων, -9,2% των αλκοολούχων και -5,2% των προϊόντων προσωπικής υγιεινής.
Να σημειωθεί ότι στη μείωση των όγκων “βοήθησε” και η μείωση τις προσφορές, κάτι που εσχάτως είναι μια τακτική κυρίαρχη. Έτσι οι προσφορές μειώθηκαν κατά 1,2 μονάδες στην κατηγορία των ταχυκίνητων κωδικών, 0,8 μονάδες στα τρόφιμα, 1,9 μονάδες στα προϊόντα προσωπικής φροντίδας και υγιεινής και 3,3 μονάδες στα προϊόντα για το σπίτι.
Βέβαια οι καταναλωτές, όπως παγίως συμβαίνει σε περιόδους κρίσης, στράφηκαν στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, που είναι φθηνότερα μια και δεν έχουν έξοδα διαφήμισης, ενώ στις περιπτώσεις των φρέσκων (γάλα, γιαούρτι κτλ), δεν έχουν και κόστη επιστροφών στους προμηθευτές.
Έτσι, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αύξησαν τα μερίδιά τους από 8,6% στο 16%, όσο και το 2011, από 14,8% που ήταν το 2021 και αποτελεί το δεύτερο χαμηλότερο μερίδιο την τελευταία 13ετία μετά το 2010 που ήταν στο 11,9%
Επίσης, με βάση τα στοιχεία της IRI, το πρώτο εξάμηνο, τα μικρά καταστήματα της γειτονιάς, όπως και στην περίοδο της πανδημίας, είδαν τις πωλήσεις τους να ανεβαίνουν, λόγω προφανώς της επανάκαμψςη της τάσης του locality (κινήσεις εντός γειτονιάς για μείωση εξόδων και τόνωση του αισθήματος ασφάλειας). Αναλυτικά, οι πωλήσεις των μικρών καταστημάτων που παράγουν το 13,5% του τζίρου των σούπερ μάρκετ και έχουν επιφάνεια έως 400 τ.μ. αυξήθηκαν κατά 6,6%. Στο +2,4% περιορίσθηκε η ανάπτυξη των πωλήσεων των υπέρ μάρκετ το μερίδιο των οποίων αγγίζει πλέον το 14,4%. Τα μεσαία καταστήματα με επιφάνεια έως 1.000 τ.μ. και συνολικό μερίδιο 33,9% αναπτύχθηκαν με ρυθμό +0,5% και τα καταστήματα από 1.000 έως 2.500 τ.μ. που παράγουν το 38,2% του συνολικού τζίρου του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων κατέγραψαν απώλειες 0,8%.